Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012 0 comments

Diamonds & Rust

Κάποια στιγμή, στη δεκαετία του ’60, η Joan Baez (η άκρως πολιτικοποιημένη αντι-ενζενί του αμερικανικού νεοφιλελευθερισμού) γνώρισε το Bob Dylan (τον πιο αναγνωρίσιμο – σήμερα – εκφραστή της αμερικανικής μεσοαστικής κουλτούρας). Η έλξη ήταν σχεδόν μοιραία. Οι μουσικές τους συναντήσεις έδιναν στο (ευαισθητοποιημένο και άκρως παρατηρητικό) κοινό της εποχής το στίγμα μιας άλλης διάστασης: μιας αναπτυσσόμενης και ελπιδοφόρας νέας πραγματικότητας στη μουσική έκφραση.

Όπως γράφουν όσοι είχαν την τύχη να τους δουν (και ταυτοχρόνως την ευσυνειδησία να γράψουν γι αυτούς ώστε να διατηρηθούν κατά το δυνατόν αναλλοίωτες οι μνήμες στο πέρας των χρόνων) ο ένας συμπλήρωνε τον άλλο σε περισσότερα του ενός επίπεδα:
  • Ο Dylan αφαιρετικός – Η Baez πραγματίστρια
  • Ο Dylan με θεματολογία από την παράδοση – Η Baez βαθιά πολιτικοποιημένη
  • Ο Dylan συναισθηματικά συνεπαρμένος – Η Baez συναισθηματικά σταθερή
  • Ο Dylan εσωστρεφής – Η Baez ανοιχτά εκφραστική
  • Ο Dylan να βασίζει τη μουσική του στη θεατρική απόδοση των στίχων – Η Baez να στηρίζει τα σκληρά νοήματά της με ένα ανυπέρβλητο βιμπράτο
Η (ασταθής πλην παθιασμένη) σχέση τους κράτησε περίπου 2 χρόνια: ο «αέρας» του Dylan αποδείχθηκε δύσκολος στο συντονισμό με τη «φωτιά» της Baez. Εκείνος έγινε, τελικώς, ένας εναλλακτικός superstar κι εκείνη –πιστή στις κοινωνικές πεποιθήσεις της– παρέμεινε το αιώνιο ταλέντο το οποίο αναγνωρίζεται κατά κανόνα από τους ευαίσθητους εκπροσώπους της ανθρωπότητας.


Μεγαλώνοντας ακόμα περισσότερο, κι αφού το συναισθηματικό τοπίο ξεθόλωσε και τα πάθη άρχισαν να φαντάζουν γεννημένα «μερικά έτη φωτός μακριά» (όπως η ίδια η Baez αποκάλεσε το χρονικό διάστημα το οποίο μεσολάβησε από το χωρισμό τους έως την ημέρα που έγραψε το περίφημο και απολύτως αφιερωμένο “Diamonds and Rust”) βρίσκουμε και τους δύο να έχουν διαπιστώσει πως η βραχεία σχέση τους ήταν μάλλον καρμική κι ας μην κατάφεραν, τελικώς, να συμβιώσουν μακροπρόθεσμα: ο ένας ήταν το άλλο μισό του άλλου σε αναρίθμητα σημεία, και ο ένας επηρέασε τον άλλο βαθειά και ποικιλοτρόπως (συναισθηματικά, πνευματικά, επικοινωνιακά, κοινωνικά). Και οι δύο γνώρισαν και παντρεύτηκαν άλλους συντρόφους μέσα στην πενταετία μετά το μεταξύ τους χωρισμό. Και οι δύο χώρισαν (και ξανα-χώρισαν) κάποια χρόνια αργότερα.

Τα διδάγματα, πάντως, (φαίνεται πως) παρέμειναν αξιοσημείωτα (και εμφανή) και για τους δύο.
Η Baez δήλωσε, κάποια στιγμή, πως εάν σήμερα ξαναζούσε την εποχή με το Dylan από την αρχή, δε θα του ασκούσε σε καμία περίπτωση πίεση ώστε να υιοθετήσει την έντονα δική της πολιτικοποιημένη μουσική χροιά.
Ο Dylan, σε όλες τις μετέπειτα δημόσιες εκφράσεις του, χαρακτηρίζεται από μια μελαγχολική εσωστρέφεια κάθε φορά που έρχεται σε επαφή με το κοινό του σε μια προσπάθεια να απεμπλακεί από το στόμφο του Αστέρα.

50 χρόνια μετά, η Baez, η υπερασπίστρια των αστικών δικαιωμάτων (αναφέρομαι στο θρυλικό κίνημα της Ουάσινγκτον του 1963), μένει μαζί με τη μητέρα της στο Woodside (μια μικρή κωμόπολη της California) σε ένα σπίτι το οποίο την κάνει να νιώθει πως βρίσκεται «κοντά στη φύση».
Ο δε Dylan, όταν δεν περιοδεύει την άσφαλτο και δεν αποκοιμάται σε λιθάρια, μένει στο εξωτικό (επίσης Καλιφορνέζικο) Malibu.

Και οι δύο (ίσως να) αντικρίζουν το πρωί την ίδια όψη του Ειρηνικού. Και για τους δύο (ίσως να) δύει η ημέρα με τον ήλιο να χάνεται στη θάλασσα.

Στο πέρασμα των ετών, πάντως, συναντήθηκαν αρκετές φορές μουσικά: ακόμα κι αν οι ίδιοι δε θα το επιθυμούσαν επί προσωπικού, πάντοτε τους ένωνε το (απαιτητικότατο και φιλοθεάμον) μουσικό κοινό.

Τολμώ, επίσης, να εικάσω ότι ο Bob και η Joan συναντώνται καθημερινά στις πλέον απόκρυφες γωνιές του μυαλού τους, με δεδομένο ότι ήδη δέκα χρόνια μετά το χωρισμό τους η δεύτερη «τόλμησε» να εκφραστεί ανοιχτά και χωρίς περιθώριο παρερμηνείας, υποστηρίζοντας εμπράκτως (το αυθαίρετο επιχείρημά μου) ότι ένα συναίσθημα το οποίο αντέχει κατ’ αυτό τον τρόπο για δέκα συναπτά έτη, δεν απειλείται κατά βάση από τον οδοστρωτήρα του χρόνου.

Όταν, δε, η Joan μίλησε, έκανε πολλές καρδιές να σιγήσουν. Και τη δική μου μαζί. Κι αν το ακούσεις, θα σιγήσεις κι εσύ: έστω για λίγο… 

Well I'll be damned - Here comes your ghost again!
But that's not unusual; it's just that the moon is full
And you happened to call…

And here I sit, hand on the telephone
Hearing a voice I'd known a couple of light years ago
Heading straight for a fall…

As I remember your eyes were bluer than robin's eggs
My poetry was lousy you said
- Where are you calling from? - A booth in the mid-west

Ten years ago I bought you some cufflinks
You brought me some things we both know what memories can bring:
They bring diamonds and rust

Well you burst on the scene already a legend
The unwashed phenomenon, the original vagabond
You strayed into my arms

And there you stayed, temporarily lost at sea,
The Madonna was yours for free:
Yes the girl on the half-shell would keep you unharmed 

Now I see you standing with brown leaves falling around
And snow in your hair
Now you're smiling out the window of that crummy hotel
Over Washington Square
Our breath comes out white clouds mingles and hangs in the air
Speaking strictly for me, we both could have died then and there

Now you're telling me
You're not nostalgic
Then give me another word for it
You who are so good with words
And at keeping things vague

Because I need some of that vagueness now
It's all come back too clearly
Yes I loved you dearly
And if you're offering me diamonds and rust
I've already paid 
© 1975 Chandos Music (ASCAP)
Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012 1 comments

Κραυγή

Είσαι ακόμα νέος κι όμορφος, καλέ μου:
τα χέρια σου θα βάσταγαν το πιο βαρύ ατσάλι,
τα πόδια σου θ' αντέχανε στην πιο γερή πορεία
τα μάτια σου θα έβλεπαν πιο πίσω απ’ το φαίνεσθαι

Μα έχεις όνειρα βουβά και αιωνόβια,
και μια παλάμη άεργη που αβέβαιη θρηνεί
τα δυο σου γόνατα, που σέρνεις πέρα δώθε
χωρίς να βλέπεις πως το φως έχει πεισμώσει.

Έχεις μαθήματα ακόμα να περάσεις
που δε θα γίνουν κάδρα στο γραφείο.
Ούτε σε βρήκε η ζωή στον κορεσμό της
κι ας νιώθεις να σιχάθηκες τους ξένους.

Η Ανατολή δεν είναι μάθημα οκνηρό
για να σαλεύεις μυστικά και πίσω από βιβλία.
Κι αν είχα μια κραυγή για κάτι να σου φώναζα
θα βούρκωνε στο «Νιώσε, διάολε, Πράξε!».

Δυνατός δεν είναι αυτός που προσπερνά
το έντονο συναίσθημα, τον πόνο και την έκθεση.
Δυνατός είναι αυτός που ακόμα προσπαθεί.
Δίχως μιλιά. Με κόντρα γραίγο. Με μόνο φως τη σκέψη.
3 comments

«Παραμυθιάζομαι»

Παραμυθιάζομαι click to listen

P. Pantelidis Cover
© EMI MUSIC GREECE, 2012
Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012 0 comments

Το Γραμματοκιβώτιο

Τα δειλινά, μετά την ψυχοφθόρα ημέρα μου,
κι αφού καταλαγιάσουνε οι ήχοι της ρουτίνας,
αποζητώ την αστική γαλήνη μου στο Γραμματοκιβώτιο.

Ανοίγω ευλαβικά το σκοτεινό πορτάκι
να ξεχυθεί το φως στα γρηγορόσημα:
να γίνουν οι μουτζούρες μας προορισμοί κι ονόματα.

Κι είναι μεγάλη η περηφάνια που μετρώ
αν τύχει και το βρω να σφύζει από φακέλους,
μια και ευθύς φροντίζω να διανεμηθούν στους παραλήπτες.

Γιατί ο αποστολέας δεν επιθυμεί παρά το χρονισμό:
Εγκαίρως να εντυπωθεί η επιθυμία, άρδην να γίνει πράξη,
ελπίζοντας να γεννηθεί ως σκέψη στο νου του αναγνώστη.

Μα είναι πιο μεγάλη η ανακούφιση που ζω
σα βρω το γραμματοκιβώτιό μας άδειο:
δίχως καμία εκκρεμότητα, χαρτιά ή διαφημίσεις.

Γιατί το γράμμα πρέπει να πηγαίνει στον άνθρωπο,
ώστε ο άνθρωπος να μη μένει στα γράμματα,
και το χαρτί να δει τη μέρα που η βροχή δε θα το πιάνει παρά στα δέντρα.

Έτσι, κουτά, εύχομαι να ‘ναι πάντα άδειο το κουτί μας.
Δίχως τις έγνοιες για φακέλους και μ’ άχρηστους τους χαρτοκόπτες,
ίσως βαλθείς να σκίσεις με τη σκέψη την ψυχή σου.
0 comments

Μαρία Σορώτου, το γένος Πρέκα

Γεύση από ξινόμηλο κι άρωμα πικραμύγδαλου
ντύναν το πιο μικρό Αρχοντικό του κόσμου.
Λέξεις ζεστές, σε μια αγκαλιά αγνή σα χάδι,
έδωσαν νόημα στην ακοινώνητη πνοή μου.

Χρόνια Πολλά μετά -αφού έχει κυλήσει το νερό-
Μέρες Αργές μετά -προτού να μου θολώσει η όψη-
σκέφτομαι και θρηνώ, θυμάμαι, ηρεμώ,
και νιώθω ευλογημένη που έζησα το πλάι σου.

Αχ και να έμελλε η ασήμαντη ζωή μου
έστω μετά από τρεις χιλιάδες εποχές
να 'ριχνε ολούθε και αναίτια ένα μισαδάκι ψυχοφώς
όπως αυτό που έχυσες στο ανείπωτο σκοτάδι μου...

"Rain" by Nazar Bilyk
Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012 0 comments

Τροφή για Σκέψη

Παλιά ήτανε γέφυρες και πύργοι:
Οι γέφυρες να ενώνουνε τις σκέψεις,
οι σκέψεις να ζεσταίνουνε τους πύργους.

Παλιά ήτανε γέλια και εικόνες:
Τα γέλια να φωτίζουνε τα πρόσωπα,
τα πρόσωπα να φτιάχνουν τις εικόνες.

Όμως χωρίς να χτίσεις, να κοπιάσεις,
ο χρόνος χάνεται δίχως προσπάθεια:
εξαϋλώνεται στο υπερπέραν, θολός σαν πάντα.

Τώρα θα βρεις μονάχα πέτρες δίχως χρώματα.
Σπάσε τις πέτρες, να γίνουν χώματα,
να βγει η μουντάδα απ' τα χρώματα .

Έτσι κι εσύ, σα νέος κι άξιος ιππότης της Κασπίας,
πάρε τη μέρα σου και στύφ'τη: κάν'τη τροφή για σκέψη.
Τη μασημένη μου τροφή μην καταδέχεσαι.
Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012 0 comments

Αστικός Μύθος

Λένε τον «Έρωτα» δυσνόητο
και τις γυναίκες αλλοπρόσαλλες.
Πως ψάχνουν λέξεις ανυπόγραφες
που να τις θρέφουν με ασφάλεια.

Ξέρεις τι λέω εγώ στον «Έρωτα»
κάθε που τον προβάλλουν,
χυμώδη στις εκφάνσεις του
και κάτωχρο από δήθεν αϋπνίες;

Τίποτε. Στα χέρια τον κοιτάζω μόνον
λες κι είμαι Δέκα κι είναι Γιορτή.
Εμπράκτως διερωτώμαι και διερευνώ,
επερωτώντας δίχως λόγια:

Ευθύτητα;
Ρομαντισμός;
Ωριμότητα;
Τρυφερότητα;
Αξιοπιστία;
Σταθερότητα;

Δίχως τούτα, δε μένει στον «Έρωτά» σου
παρά μια γωνίτσα πλάι στις γραμμές:
ορμητήριο για να σε προσπεράσει ιλιγγιώδης,
άπιαστος στην υπερβολική του ομορφιά.

Αυτός ας φύγει. Να βρει το δρόμο του.
Να τραφεί απορρίψεων για να δυναμώσει.
Μήπως το δει: Θεός δεν είναι παρά Παιδί,
Ανάπηρο Συναισθημάτων και πώς να του κακιώσεις...
Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012 0 comments

Βήματα

Τι θα ‘κανες αν…
…ξεγυμνωνόσουν μπρος στον καθρέφτη κάποιου άλλου;
…έριχνες στην πυρά το θεόρατο επικοινωνιακό σου χάρτη;
…κάποιος έκαιγε το βήμα που δεν τολμούσες να βαδίσεις;

Πώς θα ‘νιωθες όταν…
…θα σ’ έκρυβε στην αγκαλιά του αυτός που χτύπησες με τη γροθιά σου;
…θα σ’ έπιανε απ’ τον καρπό ο πάλαι ποτέ που αδύναμα στηρίχθηκε στον ώμο σου;
…θα σου ‘διναν απλόχερα φιλελεύθερες αποκρίσεις αντί να σε ρωτούν τα νόμιμα;

Δε θέλω να γίνω παρά η αιτία να θυμάσαι…
…ότι δε φέρουν όλοι οι άνθρωποι ασπίδες.
…ότι δε στέκονται όλα τα σώματα στις πληγές.
...πως παραμένει αυτοπληρωτική η Οδός της Έκθεσης.

Μήπως και δεις με τη ματιά σου το παραπέρα σου σαν Άνθρωπος.
Να μη σου φταίει πια ο Κόσμος, να μη σε ορίζει η όση Τύχη, να μη στα φέρνει έτσι η Μοίρα.
Να γίνεις Εσύ∙ να μείνεις Εσύ∙ να ξέρεις ποιος Είσαι και γιατί Είσαι έτσι.
Να προχωρώ κι Εγώ∙ να μένω Εγώ∙ να μου θυμίζω πως κάπου εκεί έξω υπάρχεις κι Εσύ.