Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2005

Παράκληση

Κύριε,
Δε σου ζητώ τίποτε άλλο:
μόνο σταμάτησε το χέρι μου,
γαλήνεψε τη σκέψη μου,
ηρέμησε το σώμα μου,
νανούρισε τα μάτια μου.

Για να μη σκέφτομαι πως έξω απ' το κλουβί μου υπάρχει χρώμα,
για να μη σκέφτομαι πως πίσω απ' την ησυχία της φυλακής μου ηχούν γέλια,
για να μη θέλω, πια, να δω πώς μοιάζει ο ήλιος,
μήπως και καταφέρω να συμβιβαστώ με την ιδέα
πως ότι έζησα-έζησα και πως όλα τελειώνουν εδώ.

Κύριε,
εσύ που λένε πως είσαι φιλεύσπλαχνος και δίνεις τα πάντα,
δώσε ζωή στους γκρίζους τοίχους μου
ή βγάλε χρώμα από τον έξω κόσμο.
Η ισορροπία μοιάζει άπιαστη
στα μάτια των φυλακισμένων.

Χαμήλωσε και κοίταξέ με,
λυπήσου την καταστροφή μου
και διπλοκλείδωσε την πόρτα
να μη μπορέσω να αποδράσω.

Κύριε κλειδοκράτορα,
Κύριε δεσμοφύλακα,
μοναδικέ μου φίλε και ορκισμένε εχθρέ μου,
«Καληνύχτα!»

1 comments:

nihilio είπε...

Θα απαντήσω με στίχους:
Είναι κελί που φυλακίζει τις ζωές μας
Μια φυλακή φτιαγμένη από γυαλί

Γι' αυτό σου λέω, σπάσε το γυαλί
που μας κάνει να μαστε μια ζωή νεκρόι.

Είναι απλά θέμα απόφασης να γκρεμίσεις τον τοίχο που σε φυλακίζει.

Δημοσίευση σχολίου