Τετάρτη 13 Αυγούστου 2008 1 comments

Μυρόλι

Ο τόπος όπου διάλεξα να ζω, μυρόλι δενδρολίβανου
Τα πρωινά χαϊδολογούν γλυκά τη ζαχαρένια άνοιξη
Και ζοφεροί οι χειμώνες, βρόχινα δώρα παγετού στις ρούγες...
Σοφά σοκάκια, όνειρα ταξιδευτών, ελπίδες ελπίδων αχνοφαίνονται

Καθώς στιγμές αγάλης πλέκονται αχόρταγα στις φυλλωσιές των baobab
Γεμίζοντας τους πνεύμονες μ’ αγέρα, γεμίζοντας τους πνεύμονες μ’ αγάπη...
Ο απρόσιτός σου γείτονας που χαιρετάς χαμογελώντας
Τα δάση τ’ άγρια που καταπίνουν τους στεγνούς πολιτισμούς

Σε υποδέχονται στον τόπο μου, σε υποδέχονται με θέρμη...
Νοσταλγικές κραυγές παγώνοντας τις καλαμιές της λίμνης
Σειρήνες μυθικές πλάθουν στα μάτια των δεινών ιστορικών
Κι εσύ το βλέμμα γαληνεύεις στο γαλάζιο, ελεύθερο να ερωτευθεί το πράσινο...

Μη με ρωτάς, τον διάλεξα πριν χίλια χρόνια αυτό τον τόπο
Τρέμω στη σκέψη πως υπάρχει και τον αγαπώ συνάμα
Γιατί δεν πρόλαβα καλά να μάθω τ’ όνομά του
Κι ήδη οι δρόμοι του με οδηγούν στα Γιάννενα…
Δευτέρα 7 Απριλίου 2008 0 comments

Τρεις άγγελοι

Κάποιος θνητός το διάλεξε
σε προσωπείο τρανό
το πρόσωπό του να κρυφτεί, 
μήπως ποτέ και αντικρίσει 
επιθυμίες του παλιές. 
Άνοιξε τη ντουλάπα άδειος 
ξεδίπλωσε λάγνο το βλέμμα,
 άγγιξε τα κουτιά του λαίμαργα: 
"Ποιο λες να βάλω απόψε; 
Το προσωπείο που γελά 
ή εκείνο που δακρύζει; 
Εκείνο που να σ' αναζητά 
ή αυτό που σ' έχει αφήσει;"

Κάποιος που δε σκεπτόταν,
σκοτεινός και ξυπνητός αναίτια,
κοιτάχτηκε στην άμμο. 
Σα ρίγη ράγισε η στιγμή 
μα δεν κατάλαβε γιατί... 
Μόνο τον πόνο ένιωσε 
που πλήγωνε το δέρμα, 
μια ανάσα πανικόβλητη 
αφήνοντας να βγει. 
"Τι έχω κάνει; χάθηκα; 
Κι αν χάθηκα, με βρήκαν; 
Κι όποιοι με βρήκαν
ένιωσαν το λόγο που υποφέρω;"

Κάποιος τρίτος – τελευταίος πάντα –
διαπίστωσε μ' απάθεια
πως προσωπείο και πρόσωπο
γρήγορα γίνονται ένα.
Δεν έκλαψε στιγμή: 
δεν είχε μάτια να κλαφτούν, 
μόνο σχισμές απόμακρες,
 κίτρινες, φωτεινές. 
Έτσι, χαρούμενος αυτός,
 έριξε ολούθε του το φως 
με χρώμα και πνοή αρκετή 
θέλοντας να γιορτάσει. 
Όμως η μάσκα, ατελής, 
δεν είχε χώρο αναπνοής 
και πριν προλάβει να χαρεί 
σωριάστηκε στη γη...

Καμιά ιστορία με αρχή,
καμιά ζωή με τέλος
στη γη δε ζουν οι άγγελοι
πάψε να το πιστεύεις...
0 comments

Οι βλαβερές συνέπειες του καπνού

Με αργό και επώδυνο το θάνατο στα δάχτυλα,
χρόνια πολλά μετά την πρώτη ανατροπή μας,
ξημέρωμα ουρανού με προβολείς ομίχλης,
σ’ αναζητώ στον κόσμο και σε χάνω πάντα...

Δική μου η νύχτα, γύρω ο πληρωμένος θάνατος
κι ας κιτρινίζουν λίγο-λίγο τ’ ακροδάχτυλα.
Πέρσι όπως χθες, φέτος στα λάθη επανέρχομαι
να αποδεχτώ ξανά όσα ποτέ δεν είπα...

Δεν είναι δράμα αυτό που ζούμε, αλλά διαπίστωση,
πως δε μπορείς να απαιτείς από τον άλλο
να συγχωρεί την κάθε κίτρινη ανάγκη σου
να χρωματίζει κάθε ωχρή σου αδυναμία...

Στην Εθνική, σε κάθε δρόμο που διέσχιζα,
άφηνα πάντα την ψυχή μου στο οδόστρωμα.
Μονάχη Γκρέτελ σ’ άλλη γη μ’ άλλη ταυτότητα
κι ο Χάνσελ πάντα μακριά, σ' άλλη γωνία...

Χάνοντας πάντα ένα παιχνίδι εντυπώσεων,
φυσώ με δύναμη τη θλίψη στον καθρέφτη.
Κι αφού δεν έφερα διατάραξη στον ύπνο σου,
κρατώ τις βλαβερές συνέπειες του καπνού μου...
Κυριακή 6 Απριλίου 2008 0 comments

Περιμένοντας το παρελθόν

Αύριο θα είναι όλα εντάξει:
Θα ‘χει ξεχάσει ο νους όσα πληγώνουν το σφυγμό.
Ίσως ακόμα κι η καρδιά να μη θυμάται
πως, σαν παιδί, μου καρδιοχτύπησε γυμνή ξανά χθες βράδυ...
 
Στο μεσοδιάστημα της απόρριψης,
περιμένοντας το παρελθόν να επανέλθει,
εκείνο έρχεται γοργό να μου θυμίσει νέες ήττες:
Αυτές που θα ’ρθουν, αυτές που είναι ήδη εδώ...
 
Ευτυχισμένος ο χρυσός στη γυάλα του κλεισμένος:
Σε λίγο θα χει λησμονήσει πως είναι ο κόσμος στριμωγμένος
σ’ ένα κατεργασμένο πλίνθινο σωρό από συνειδήσεις
όσων ζήλεψαν πόσο ευτυχισμένο είχε νιώσει τότε: πριν την αιχμαλωσία...

Σάββατο 5 Απριλίου 2008 0 comments

Εν ακινησία

Μεταφερόμενες υπάρξεις
ανάμεσα στα κτίρια 
τοποθετούν συνείδηση 
σε ορθογώνιες ροές...

Με άδεια τα πρόσωπα, 
κοιτούν αέναα 
στίχους του δρόμου
με το μυαλό φραγμένο...

Όλα κινούνται, 
νωχελικά, συμφορημένα, 
μέσα στην κλούβα, 
έξω απ’ το σύρμα...
 
Κι ένας αέρας, 
δεν ξεσηκώνει, 
μόνο προστάζει: 
λήθαργο, λήθη!
 
Μια μέρα, έκαμα
να κινηθώ γοργά. 
Σκόνταψα απότομα, 
ακόμα σκοντάφτω...
 
Βήμα το βήμα, 
λέξη τη λέξη,
απομακρύνομαι 
στο φως...
0 comments

Το κακό σενάριο

Έτσι συνέβη εκείνο το απόγευμα και ήρθε να με βρει.
Ήταν εκείνο το σενάριο που προσπαθούσαμε να αγνοήσουμε
όσο καιρό βουβοί σκάβαμε λάκκους κάτω από όποιο θόλο χτίζαμε...

Σκέπασε με την όψη του όλες μου τις σκέψεις και μ’ έφερε σε απόγνωση,
κοιτώντας με κατάματα, σταθερά, επίμονα:
έκδηλη παρουσία στην άβουλη απουσία θεμελίων...
Το βλέμμα του, στεγνό και ζοφερό, στάθηκε απέναντί μου αυστηρό,
να με μαλώσει, ωσάν του πρέπει, ανοιγοκλείνοντας τα χείλη

χωρίς ν’ αρθρώνει νόημα στ’ αυτιά μου...


Σήκωσα τα χέρια μήπως το σπρώξω απ’ τη βάση του,
ζητώντας του επίμονα μια δεύτερη ευκαιρία:

ελεύθερη κι αγνή να ζήσω μια μέρα ακόμα ώσπου να ’ρθει...


Μειδίασε ζεστά με την ανοησία μου, αποφασισμένο, πια, για την επιλογή του
να παγώσει με την παρουσία του κάθε μορφή ζωής κρατώντας μου ψυχρά το χέρι:

μια επιβράβευση κι ένα ευχαριστώ για τα λάθη που του ’δωσαν πνοή...
0 comments

Εξαιρέσεις

Πάντα σωστός να ορθώνεσαι αντικριστά απ’ το λάθος ˙
στα μάτια μέσα υψώνονται όσα μπορείς ν’ αλλάξεις.
Όσο θωρείς τυφλός σε λάθος χρώμα,
υποτιμάται η αξία σου σαν φταις πραγματικά...

Δώρα εραστών ναρκωτικά να τα γυρίζεις πίσω:
μετά τη λήξη της παράστασης, σ’ αυτά μόνο θα εθίζεσαι.
Μαγεμένες οι υποστάσεις, σκόρπιοι οι έρωτες
κι άβουλοι κριτές εμείς στα ονειρικά καπρίτσια τους...

Όταν προδίδεις ένα όνειρο έστω κι αν όνειρο δεν έχεις
στον ύπνο και τον ξύπνιο της καθημερινής σιγής,
χωρίς ανάγκη ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι,
ν’ αφήνεσαι χωρίς ν’ αφήνεις είναι κρίμα...

Στης μουσικής το άγιο ξύπνημα
και του στερνού φιλιού τη ζάλη,
τα χέρια σου στα χέρια του ζεστά κι αγαπημένα
μη χαραμίσεις έτσι απλά, μήπως και μετανιώσεις μοναξιά...

Αντίπερα απ’ το φως η όχθη των κανόνων
κι εγώ που τους συγγράφω τη διέσχισα ως πέρα.
Έτσι δειλά μπορείς να πεις πως, έστω για ένα βράδυ,
άγγιξα με τη σκέψη μου μια εξαιρετική γυναίκα...