Είναι, που λες, κάτι μέρες που τα κομμάτια του πάζλ (οι «ψηφίδες»
όπως μ’ αρέσει να τα βλέπω μέσα από τη δική μου αυθαίρετη λογική) συνδυάζονται μεταξύ
τους με τρόπο εξαιρετικό. Λες και όλη η κοσμική ακτινοβολία τα στηρίζει: στόχος
όλου του σύμπαντος είναι να διακρατηθεί η μεταξύ τους ισορροπία. Σα να περνάς
το χέρι σου πάνω από την οδοντόκρεμα κι αυτή να μαγνητίζεται από την παλάμη σου.
Λοιπόν, είναι κάτι μέρες που τολμάς να ρισκάρεις με θράσος τέτοιο, λες και αποκλείεται να μη σου βγει η ζαριά. Κι αυτή (η ρουφιάνα…) έρχεται! Σαν εκείνα τα ανέλπιστα μεσημέρια μεταξύ δύο ασφυκτικά κοντινών (χρονικά) υποχρεώσεων, όπου όλα τα φανάρια των διασταυρώσεων προκύπτουν για εσένα... πράσινα! Κι είναι και κάτι άλλες μέρες, δεν ξέρω αν συμφωνείς, που… απλώς… δεν…
Λοιπόν, είναι κάτι μέρες που τολμάς να ρισκάρεις με θράσος τέτοιο, λες και αποκλείεται να μη σου βγει η ζαριά. Κι αυτή (η ρουφιάνα…) έρχεται! Σαν εκείνα τα ανέλπιστα μεσημέρια μεταξύ δύο ασφυκτικά κοντινών (χρονικά) υποχρεώσεων, όπου όλα τα φανάρια των διασταυρώσεων προκύπτουν για εσένα... πράσινα! Κι είναι και κάτι άλλες μέρες, δεν ξέρω αν συμφωνείς, που… απλώς… δεν…
Απλώς δεν καταφέρνεις να κρατήσεις στην παλάμη σου τη
φωτογραφία της Γιαγιάς σου. Ως εκ τούτου γλιστρά στο πάτωμα. Κι εσύ βρίσκεσαι
στο ασανσέρ. Και η φωτογραφία επιλέγει να σταθεί στρατηγικά στη σχισμή
μεταξύ του ασανσέρ και του τοίχου. Ασανσέρ το οποίο, εν τω μεταξύ, σταματά αιφνιδίως
μεταξύ δύο ορόφων, λόγω διακοπής ρεύματος. Η, δε, φωτογραφία βορά στον τριγμό, πέφτει
-ευθύς αμέσως- στο κενό. Κι εσύ, εβρισκόμενος κάπου μεταξύ του δεύτερου και του
τρίτου ορόφου, αντιλαμβάνεσαι ότι δεν μπορείς να φωνάξεις την πυροσβεστική
διότι το κινητό σου τηλέφωνο δεν έχει σήμα. Και στην πολυκατοικία είσαι απολύτως
μόνος, άρα τσάμπα καταπιέζεις το δύσμοιρο κομβίο του συναγερμού. Και όταν,
τελικώς έρχεται το ρεύμα (μετά από δύο σειρές επαναλήψεων όλων των προσευχών τις
οποίες σου είχαν μάθει ως παιδί του Δημοτικού), το ασανσέρ σε κατεβάζει στο
ισόγειο: οποιοδήποτε ψηλότερο σημείο, άλλωστε, θα ήταν συμβιβασμός. Κι όταν, με
τα πολλά και την (όχι εθελοντική) συμβολή του τεχνικού (άτομο για το οποίο έννοιες όπως
το «Ακαδημαϊκό τέταρτο» είναι απλώς… αστείες!) κατεβαίνεις στη βάση του αναβατορίου,
διαπιστώνεις με έκπληξη ότι... κατοικείται! Από το Μίκυ και τη Μίνι. Το ζευγάρι της
ημέρας (για να μη πω «Της Χρονιάς»), το οποίο στάθηκε με απόλυτη ευγνωμοσύνη μπροστά
στο δώρο που τους έκανε η μητέρα φύση, εξαφανίζοντας κάθε ίχνος της εν λόγω
φωτογραφίας. Γιατί… σήμερα… απλώς… δεν!
Απλώς δεν μπορείς να πηδήξεις ψηλότερα, λέμε! Γιατί γλιστράει
το ρημάδι το κοντάρι. Κι όση πούδρα κι αν χρησιμοποιείς, απλώς, δεν έχει νόημα. Γιατί
βρίσκεσαι στο πλέον μίζερο μέρος του κόσμου, το οποίο αποτελεί αδιαμφισβήτητα και το μεγαλύτερο βούρκο της Ευρώπης (οι
Ιστορικοί και οι Μετεωρολόγοι το λένε, όχι εγώ…) Βρέχει, το λοιπόν,
ασταμάτητα! Τι κι αν έχουμε αρχές Αυγούστου: το καλοκαίρι ξέχασε να περάσει από το Λονδίνο. Το, δε, στάδιο, φυσικά, είναι
ανοιχτό και σου βρέχει τη μόνη στεγνή πετσέτα με την οποία επιθυμείς να καλύπτεις το
πρόσωπό σου ώστε να αυτοσυγκεντρώνεσαι πριν από κάθε τιτάνια προσπάθειά σου. Και σε λένε Yelena και δεν είσαι μια τυχαία: έχεις το βάρος του τίτλου της Τσαρίνας των Αιθέρων στις πλάτες σου. Και να που η Αμερικανίδα, απλώς, πηδάει ψηλότερα! Ξανά! Και ξανά! Κι παρ' ότι είσαι η μόνη γυναίκα στον πλανήτη που έχει περάσει τα 5 μέτρα στο επί κοντώ, έχεις κολλήσει στα 4,70. Και είσαι
σίγουρη ότι η Κουβανή σου κάνει Αϊτινό Βουντού. Και οι φωνές του προπονητή
σου ακούγονται από την άλλη άκρη του σταδίου. Κι εσύ διαρκώς απολογείσαι. Και το
Αδελφάτο (των Χορηγών! πού πάει ο νους σου;) μετρά και ξαναμετρά τα κέρματα στις τσέπες του. Κι εσύ, μετά και την
τελευταία προσπάθεια, απλώς... αφήνεις το κοντάρι... χαμηλώνεις το κεφάλι... ξαπλώνεις στο
στρώμα με ανακούφιση που τελείωσε αυτή η ημέρα. Γιατί… σήμερα… απλώς… δεν!
Και μπαίνεις στο αυτοκίνητο του γυρισμού απ’ τη δουλειά, μετά
από μια ακόμα φρενήρη ημέρα, και ξαφνικά όλα τα αυτοκίνητα είναι Volkswagen. Σκούρα. Και όλοι
οι σταθμοί του ραδιοφώνου παίζουν (ευλαβικά, όμως) Βασίλη Κεσογλίδη. Και σκέφτεσαι,
μοιραία, ότι έχεις περάσει ολόκληρη την ημέρα σου συνομιλώντας με δικηγόρους.
Μόνο. Και σου ζητείται να ανασύρεις από το αρχείο σου αλληλογραφίες
μιας πολύ συγκεκριμένης ημερομηνίας: της 6ης Ιουλίου. Κι εσύ, καλώς ή κακώς, άλλα
θυμάσαι να συνέβησαν στις 6 Ιουλίου. Πράγματα τα οποία κάθε άλλο παρά θα
ενδιέφεραν τη Νομική Υπηρεσία. Οι, δε, αλληλογραφίες περί των συμβάσεων ενδιαφέροντος…
άφαντες! Κι όσο προσπαθείς ν’ αλλάξεις θέμα στη σκέψη σου, μια γυναίκα την
οποία συναντάς τυχαία στο φαρμακείο κρατάει στο χέρι της το «Δρόμο της Συνάντησης».
Και, βγαίνοντας από το φαρμακείο, όλοι οι (πέντε!) έφηβοι της Μαγκουφάνας κυκλοφορούν με μια μπάλα του μπάσκετ
στο χέρι. Και, διάολε, κάποιος να πατήσει το fast forward στη σημερινή ημέρα. Διότι… σήμερα…
απλώς… δεν!
Και… Ναι… Pooh! Το ξέρω ότι σήμερα είναι η αγαπημένη σου
ημέρα.
Εγώ, όμως, μπορώ, έστω κατ' εξαίρεση, να αγνοήσω τελείως το σήμερα και να εστιάσω κάπου αλλού; Η σιγή σου δε με ξαφνιάζει.
Εγώ, όμως, μπορώ, έστω κατ' εξαίρεση, να αγνοήσω τελείως το σήμερα και να εστιάσω κάπου αλλού; Η σιγή σου δε με ξαφνιάζει.
Μου επιβεβαιώνει, δυστυχώς, πως… μάλλον…
κι αυτό… το τόσο απλό… σήμερα... δεν…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου