Αγαπητέ παραλήπτη,
Χθες το βράδυ έσβησα τη φλόγα του κεριού σου. Δεν ήταν τελικά τόσο δύσκολο. Ένα ελαφρό φύσημα προς το φως και αυτό ήταν: το δωμάτιό μου βυθίστηκε στο σκοτάδι.
Χθες το βράδυ αγκάλιασα τη σκιά μου και την ένιωσα κρύα να λιγοθυμεί κάτω από τόνους όνειρα κι ελπίδες: κρυμμένες ενοχές που η αηδία μετέτρεψε σε επιθυμία.
Χθες το βράδυ ακόνισα τα μαχαίρια μου και δοκίμασα τις λεπίδες τους: ακόμα κοφτερές, ανυπέρβλητα θανατηφόρες, ασύγκριτα δυναμικές κι όμως αδύναμες όταν συσπειρώνονται μέσα στην καχεκτική παλάμη μου.
Χθες το βράδυ η γη είχε διαφορετική αύρα κι ο ουρανός έχασε το χρώμα του όταν ένα μικρό συννεφάκι, χωρίς να ρωτήσει κανέναν, σκέφτηκε πως θα ήταν καλή ιδέα να κρύψει το φεγγάρι και να βυθίσει στην ανασφάλεια την αρρωστιάρα πόλη μου.
Χθες το βράδυ δεν ήταν η τελευταία νύχτα της ζωής μου. Όμως χθες το βράδυ έμαθα πως σύντομα και το δικό μου κερί θα σβήσει πρόωρα, χτυπημένο από μια κακότυχη σκέψη που βασάνισε κι ακόμα βασανίζει τη γενετική μου προϊστορία.
Χθες το βράδυ το δάκρυ μου είχε ήχο. Ο ήχος αυτός ακούστηκε μέχρι το ανώτερο διάζωμα του θλιβερού τοίχου της κονιορτοποιημένης ευτυχίας μου. Δε φοβάμαι το θάνατο. Φοβάμαι μόνο όσα δε θα προλάβω να διορθώσω.
Χθες το βράδυ έπαψε να έχει σημασία το σώμα μου. Το πνεύμα μου είναι αυτό που έχει υποφέρει και εκείνο πρέπει να φύγει γαληνεμένο, για να μη στοιχειώσει το βελτιστοποιημένο παρόν σας με φρικτές αυταπάτες και ηχηρές αλυσίδες που τρίζουν πάνω στα ξύλινα πατώματά σας.
Χθες το βράδυ άρχισα να πιστεύω πως οι ψυχές ζουν ανάμεσά μας. Μας μελετούν, μας περικυκλώνουν, μας αγαπούν και μας μισούν, μας ζηλεύουν και μας καθοδηγούν. Όμως υπάρχουν.
Χθες το βράδυ μια από αυτές τις ψυχές εμφανίστηκε και μου μίλησε. Με φώναξε με το όνομά μου. Αναγνώρισα το πρόσωπό της. Φίλησα τα χέρια της και λίγο πριν φύγει τα μάτια της. «Δε θα χωριστούμε ξανά...», είπε. Και ήξερα πως αυτή τη φορά έλεγε αλήθεια.
Χθες το βράδυ χαμογέλασα και ένιωσα ευτυχία γιατί θα την έβλεπα ξανά. Θα καθόμουν ξανά στην αγκαλιά της, να την ακούω να μου εξιστορεί ιστορίες άλλων εποχών, όπου οι σαράντα δράκοι κατά βάση έχουν ανθρώπινη μορφή και τερατόμορφη ψυχή. Να μου μαθαίνει, άθελά της, πως η ομορφιά, αν υπάρχει, έχει αξία μόνο όταν έρχεται από τα βάθη της καρδιάς κι όχι όταν αντικατοπτρίζεται σε επεξεργασμένη άμμο.
Χτες το βράδυ θα ήταν ψέμα να πω πως ήταν μια νύχτα όπως όλες οι άλλες. Ήταν μια νύχτα που το πέπλο της αλήθειας ξεδιπλώθηκε βίαια κι εγώ για να κρύψω τη γύμνια μου το σκέπασα περίτεχνα με αγωνίες και πρόσκαιρες φορτίσεις που σε λίγο θα είναι πιο άσκοπες κι από τη συγγραφή αυτών των λέξεων.
Χθες το βράδυ συνειδητοποίησα την αξία της γραφής μου. Είναι τόσο δυνατή και άφθαρτη που όταν εγώ θα έχω φύγει, εκείνη θα συνεχίσει να ζει και να αναπνέει περήφανα αγέρωχη, αγέρωχα περήφανη.
Χθες το βράδυ, μια υπέροχη νύχτα, μια νύχτα αποκάλυψης, μια νύχτα λιγότερο μοναχική από τις άλλες, γιατί τη συντρόφευαν οι σκέψεις μου και τη ζέσταινε το παρελθόν μου. Πρώτη μου φορά που σκόρπιες εικόνες από πληγωμένους εγωισμούς και πανοραμικές ορέξεις σχημάτισαν στο άμαθο πρόσωπό μου το πλατύ χαμόγελο της ικανοποίησης.
Χθες το βράδυ θα ήταν ψέμα να πω πως μεγάλωσα απότομα. Έπαψα, όμως, να μικραίνω. Τώρα όλα γυρνούν αντίστροφα, ο χρόνος μετράει για μένα από το τέλος προς την αρχή κι όταν μηδενίσει θα έχω μετατρέψει την ψυχή μου σε αντι-ύλη και θα βομβαρδίσω τα στερεότυπα που τολμήσατε να σχεδιάσετε γύρω από την καρδιά μου.
Χθες το βράδυ ξαναθυμήθηκα πως σε άφησα επειδή με ανάγκασαν άγνωστές σου καταστάσεις. Και το χειρότερο είναι πως οι «καταστάσεις» πιστεύουν πως νοιάζονται για σένα. Νοιάζονται τόσο πολύ ώστε με τρόμαξαν. Με έστειλαν μακριά σου, ξέροντας πως με αγαπάς και ξέροντας πως σε αγαπώ. Σ' εσένα μιλάω, που διαβάζεις αυτές τις γραμμές. Σ' εσένα που νομίζεις πως κέρδισες και πως έκανες τις σωστές επιλογές και έχεις ησυχάσει τη συνείδησή σου. Σ' εσένα που νομίζεις πως σώθηκες. Μην πιστέψεις ούτε για μια στιγμή πως δε μιλώ για σένα. Θα ήταν βολικό να υπέθετες πως μιλάω σε κάποιον άλλο. Θα ήταν, μάλιστα, τόσο βολικό που θα κατέληγε λάθος! Να ένα λάθος που δε θα προλάβω να διορθώσω...
Χθες το βράδυ ξέχασα όλες τις φορές που έκλαψα και στενοχωρήθηκα, έβρισα και φώναξα, θύμωσα και αγανάκτησα. Γιατί τίποτε από όλα αυτά δε θα μπορέσω να πάρω μαζί μου. Όλα θα μείνουν πίσω όσο εγώ θα προχωρώ μπροστά.
Χθες το βράδυ δεν ονειρεύτηκα όμορφα τοπία και κυματισμένες θάλασσες. Ονειρεύτηκα τα σύννεφα και δέχτηκα γύρω μου τη ζεστασιά τους. Γιατί σε αυτή την εικόνα θα ήθελα να ζω από δω και πέρα και όχι στην εικόνα που μου έχουν σχεδιασμένη.
Χθες το βράδυ δεν κυλούσε στις φλέβες μου κρασί. Σωματικά ήμουν απόλυτα συμβατική. Ψυχικά ήμουν εξαιρετικά γαληνεμένη. Η καρδιά χτυπούσε σταθερή και οι πνεύμονες ξεχείλιζαν από μη ευγενή κι όμως τόσο απαραίτητα μόρια αερίων.
Χθες το βράδυ είναι εικοσιτέσσερις ώρες μακριά. Και σε λίγο ο χρόνος δε θα έχει σημασία. Αν είσαι εσύ που διαβάζεις αυτές τις γραμμές, να βρεις το θάρρος να έρθεις να με χαιρετήσεις όταν δε θα μπορεί πια κανείς να σου το απαγορεύσει. Όταν θα είμαι σκορπισμένη πάχνη πάνω στις ρίζες της θύμησης τους. Αν, πάλι, το γράμμα μου έπεσε σε διαφορετικά χέρια, ελπίζω μόνο τούτο: όποιος κι αν είσαι, να πρόλαβα να σε κάνω να με αγαπήσεις πριν με μισήσεις.
Μόνιμα από εκεί μου με βρήκες: λίγο μετά το χθες και ελάχιστα πριν το αύριο,
Ιουλιέττα
3 comments:
Αυτός ο Σαίξπηρ όταν έγραφε αυτές τις αράδες, τα πίστευε κιόλας; Τι να πει κανείς... λίγη αισιοδοξία βρε παιδία δε βλάπτει.
Merenwen(μπόρω να σε φωνάζω ακόμη έτσι;), έχεις εξελιχθεί σε φιλολογική φλέβα ατέλειωτης έμπνευσης... σε ζηλεύω!
Ο Σαίξπηρ δεν έγραφε έτσι...μόνο η Merenwen...
Ο Shakespeare είναι μια αρχή. Έγραψε όμορφα και αποτελεί πηγή έμπνευσης για πολλούς. Η Ιουλιέττα είναι μια ιδέα... Η Ιουλιέττα-εγώ έχει λίγα μονάχα κοινά μ' αυτήν του Shakespeare, η Ιουλιέττα της Ίσιδος επίσης λίγα. Ξεκινούν όμως από μια σύλληψη. Μερικά ονόματα χαρακτήρων έχουν μπει τόσο βαθιά μέσα στον αναγνώστη, δυνάμει συγγραφέα, που αγγίζουν και χτυπούν τα μυστικά/μαγικά καμπανάκια από μόνα τους...
Πολύ καλογραμμένο κείμενο, και πολύ, πολύ, πολύ καταπιεσμένο δυνατό συναίσθημα.
Δημοσίευση σχολίου